4/2/14

- Η Πιρμαθιά τυρουκουμά κασκαβάλια


Βαρέθκα να τρώγ τα τυριά π' κυκλουφουρούν στν αγουρά. Θμούμι του λαδουτιρέλ π' έκανι η μάναμ τσι γη μανίμ του μυσχουμυρουδάτου, μά δε του βρίσκου.

Τα τσινούργια λαδουτήρια τα κάνουν οι βιουτιχνίης τσι τα βτούν μέσα σ' παραφίν για συντήρης. Μόνου τ' όνουμα έχειν τ' χάρ οχ. Καμμιά σχεσ μι τα παλιά. Τι να κάνου; Που να βρώ του γνήσιου παραδουσιακό;

Τιλικά τ' απουφάισα θα κάνου μουναχός ιμ λαδουτήρ. Πρεπ όμους να μάθου. Σκέφκα να πάγ να ρουτήσου στου χουριό τ' θια μ τ' Πιρμαθιά, αυτή σίγουρα θα μ' δείξ.


Ξιτσίνσα πουρνό πουρνό να προυλάβου τ' άρμιγμα τσι μιτά απού κάμπουσ ώρα έφτασα.

-Γειά σου θειά Πιρμαθιά τι χαμπάρια;

- Καλά γιεμ τι κάν η μάνας;

- Μια χαρά χιριτίσματα σ΄στέλν. Ηξήγησα τα καθέκαστα τσι δεν μ' αρνήθτσι, αλλά του χάρτσι τσιόλας, γιατι μ' είπι που ετσ έ θα χαθεί η παραδουσιακός τρόπους.

- Θα μι βουηθίης μόνου μ' είπι να του κάνουμι μαζί, για να μαθς τσιόλας.

- Ηφχαρίστους τς είπα τσι ξιτσινήσαμι για τ' σταν. Άρμιξι τα ζά μές σι μια μπακίρα τσι μ' έβαλι να κβανήσου του γάλα για να του πάμι σ' σάγια.Η φουκιά ήταν αναμέν απού πιο μπρουστά.

- Πάρι του τουλπάν να του σουρώσουμι καλά. Κράτιουμ ιγώ γκ μπακίρα τσι γι' Πιρμαθιά του τουλπάν πάνου απ΄του καζάν τσι του έρχνα μέσα, αφου τηλειώσαμι τσι σουρώστκι ούλου του γαλέλ μ' είπι να του πιάσου τσι να του βάλου σ' φουκιά πας γκ μπαρτσιά για να πιριμένουνι να ζισταθεί.

Καθώς ζιστένουντ, που τσι που, δικίμαζι μι του δαχκλέλι τς τσι μέτρα μεσ του νου τς.

-Τι κάνς τ' ρώξα

- Μιτρώ για να καταλάβου τ 'θιρμουκρασία μ' ειπι για να δω πότι θα του κατιβάσου απ' τ' φουκιά

-Τσι γώ πώς θα ξέρου σι ποσ θιρμουκρασία θα του κατιβάσου;

– Πάρ ένα θιρμόμιτρου μ' λεγ τσι βλέπι μέχρι να φτας σ' τριντατρείς βαθμοί τσι τότι κατεβασί του αφου εν έχς γκ πείρα μι του δάχκλου. Κατιβάσαμι μιτά του καζάν απ΄ τ' φουκιά.

- Τώρα θα ρίξουμι τ' μαγιά απ΄ του μλί τν έχου καμουμέν ιγώ μ' λέγ.

- Πως τ' κανς τς είπα.

– Παίρνου του στουμαχέλ απού ένα βζαστάρκου κατσκαδέλ τσι ρίχνου μέσα άλας τσι ξδέλ τσι αφληνου να ξιθραθί κριμασμένου.

- Που θα τα΄βρω ηγώ ουλα αυτά, άσι π' ε ξέρου να γκ κάνου

- Πάρι μ' λέγ εισί απ' τν αγουρά π' πλιουν σι σκόν τσ αυτή καλή είνι. Γράφτ τσι δουσουλουγια πάνου τσι ετς ε θα μπιρδιφτίς. Αφού έρξι μέσα τν ανάλουγ πουσότητα πιριμέναμι να πήξ.

–Σα γιαούρτ πρεπ να γιν πουλύ σφιχτό για να καταλάβς οτ' είνι έτοιμου για να του τυρουκουμίης. Όντους σι καμιά ώρα έπξι.

– Τωρα θα του σπάσουμι μ' λέγ να γίν σα του χιον. Άντι πιασ του ξλάρ τούτουνα π' είναι σα τρίηνα κάτου κάτου τσι ανέμξ του.

Πήρα του ξλαρέλ τσι του βίθσα μέσα τσ' άρχισα να του ανακατεύβγου μέχρι π' γίντσι μικρά κουματέλια σαν του ρύζ.

-Ηντάξ είνι μ' είπι. Μιτά ήβαλι του χέρι τς μέσα τσι του γύρσι λίγις στρουφές. Ανασκούμπσι τα μανίτσια τζ τσι έβαλι του τυριβόλ μέσα σι μια κούπα για να μη τρέχειν τα ζμια όξου.

Μιτά πήρι ένα ειδικό τρυπιτό μαστραπαδέλ του βούτγι μέσα έπιανι μια μικρή πουσότητα κι αφού γκ στράξι καλά τν έβαλι μέσα στου μπλιχτό του ψάθινου κυριβόλ.

– Που θα τα βρώ ήγώ τέτοια τυριβόλια στι φτο του μαστραπαδέλ.

– Μην ανυσυχείς μ' λεγ πλιουν τσι ψάθινα σ' Μυτιλήν τσι έχειν βγάλ τώρα τσι πλαστικά π' είνι καλλύτιρα γιατί καθαρζόντι πιο εύκουλα. Όσου για του μαστραπαδέλ αν ε βρείς παρ ένα σουρουτήρ σι μέγιθους σα γκ γρουθιάς, τν' ίδια δλειά καν.

Αφού μ' έλσι τς απουρίης έπιασι σιγα σιγά τσι ήβαζι μέσα στου τυριβόλ του τυρόπγμα τσι ανα δυό μι τρείς φουρες ήβαζι του χέρι τς μες στου τυριβόλ τσι σαλάγα του τυρόπγμα, του ζούλγι μέχρι που πιτιότ η τυρόγαλους απ'εξου. Αφου γέμσι τσακ τα χείλια τς φώναξα να σταματήσ.

– Θα του γιμίσου πιο πάνου όσου μπορώ, θα του ζλω μι του χέριμ τσι θα του κάνου κούκου, μην ανησυχείς θα στραγίξ τσι θα ερκ σι λίγις ώρις ή αύριου πιο κάτου απ τα χείλια. Ένα ένα π' τέλιουνι του 'βαζι πανου σι μια σίτα π' είχι απού κάτου μια κούπα για να στραγκίξ η τυρόγαλους.

Γιμήσαμι τα τυρουβόλια τσ' αφου τιλειώσαμι μ' ειπι:

- Να πιριμένουμι καμιά ώρα να στραγγίξουν για να τα γυρίσουμι τσι ταυτόχρουνα να τ' αλατίσουμι. Ετς κι έγινι. Τα 'βγαλι μι μαϊστρία προυσιχτικά ένα -ένα, γιατί ακόμα ήταν νουπά, τ 'αλάτζι γυρου γύρου πάνου τσι κάτου τσι τα ξανάβαλι μέσα αλλά τώρα απ' τν αλλ τ' μιριά.

- Τιλώσαμι τ΄ρουτω.

- Για σήμιρα ναι μ' είπι γιατί αύριου θα τα ξαναγυρίσου τσι συνέχεια θα τα αναπουδουγυρίζου καθι μέρα για πέντι μέρις για να πάρουν του σχήμα ντουν.

Μιτά θα τα βγάλου απ τα τυριβόλια τσι θα τ' αφησου πανου στου τυρουσάνδου, έινι ένα σανίδ κριμασμένου στου ταβάν σι δρουσνό μέρους, χωρίς να φσά αγέρας, για να ξυραθούν.

-Αυτό ήταν τιλώσαμι τς λεγ

- Οχ μ΄λεγ κάθι μέρα μέχρι να ξυραθούν, πιρίπου κουσπέντι μέρις, θα τα μιταγυρίζου ένα - ένα, αφού πρώτα του τρίψου καλά μι τα δυό μ χέρια σα να τα κάνου μασάζ τσι θα τα σκουπίζου μιτά μ’ ένα χαρτί για να φύγειν τα λίπ π' γινόντι μι του τρίψμου.

–Τσι πότι του τρώμι τ'ρώτσα

–Κάτσι βρε ανυπόμουνι τσ ένι τιλιώσαμι ακόμα. Τώρα άμα ξιραθούν θα τα πλύνουμι μι χλιαρό νιρέλ ή μι τυρόγαλου π' θα έχ πιρσέψ απ' του πήξμου άλλς φουράς, τρίβουντάς τα μι ένα σκληρό πλαστικό βρουτσέλ για να καθαρστούν. Θα τα σκουπίσουμι καλά, θα τα' αφήσουμι λίγις ώρις να στιγνώσειν τσι θα τα ρίξουμι σ' φκίνα μι του λάδ να ουρμάσειν.

- Τσι που θα βρώ ηγώ φκήνα, μι κοιτάς εισι π' τν εχς απου παλιά.

- Βάλτα σε ένα βαριλάκ ανουξείδουτου μιταλικό του ίδιου είνι τσι καθαρίζ καλλύτιρα αργότερα άμα θες να του πλυνς.

- Τσι πότι τα τρώμι ξαναρώκσα. 

– Μιτά απου σαρανατπέντι μέρις γατί τότι ψουφά αν υπάρχ κανέ μικρόβιου.Μη κουλίησ τσι κανένα μιλιτιαίου πυριτό. Απου κει τσι πέρα κάθα μήνα όλου τσι ποιο πικάντικου γίνιτι όσου κάθιτι. Μπουρείς να τό 'χς σι δρουσνό μέρους πάνου απού χρόνου. ε παθαίνειν τίπουτα.

-Γεια σου θειά πιρμαθιά τς είπα τσι σ' ηφχαριστώ πουλύ, τρέχου να πάρου τα κουλάγια για να πήξου τσι  γώ ταχιά λαδουτύρ.